Κυριακή, Μαΐου 20, 2007
Τετάρτη, Μαΐου 16, 2007
O Χριστός και το Badminton
Την Κυριακή που μας πέρασε είδα τυχαία, ξεφυλλίζοντας το ον-οφ της Ελευθεροτυπίας, πως το Jesus Christ SuperStar παίζονταν ακόμη και δεν είχε τελειώσει όπως νόμιζα. Και μιας και είχαν ακουστεί πολλά καλά λόγια για την παράσταση και μιας και δεν έπαιζε και καμιά ταινεία που να με κέντριζε, αποφάσισα να πάω. Πήρα τηλέφωνο και είχε πολλά εισιτήρια – είχε πια περάσει το hype των πρώτων ημερών.
Ομολογουμένως είχα τις επιφυλάξεις μου, τόσο λόγω των πολύ κακών σχολίων του παρελθόντος (Cats etc), όσο και λόγω των ερωτηματικών για την καταλληλότητα του χώρου. Επίσης με χάλαγε και η τιμή του εισιτηρίου, δηλ. μου φαίνονταν πολλά 50 και 60 € για να δω μια παράσταση σε ένα κλειστό γήπεδο.
Ωστόσο δεν το μετάνιωσα. Η παράσταση ήταν πολύ καλή (73), και είχε και μπάντα που έπαιζε την μουσική ζωντανά (άλλος φόβος μου ήταν αυτός – να μην είναι δηλαδή η μουσική ηχογραφημένη) και μάλιστα με πολύ καλή απόδοση.
Ήταν μια καινούργια, περσινή, νοτιοαφρικάνικη παραγωγή, με πρωταγωνιστή στο ρόλο του Ιησού τον Cito Otto και νέα ενορχήστρωση. Πολύ πετυχημένες βρήκα επίσης τις νέες χορογραφίες. Όσο για τα σκηνικά, δεν ξέρω αν έγινε καποια προσαρμογή λόγω του χώρου, αλλά δεν ήταν άσχημα.
Ο Cito δημιούργησε ένα αρκετά «ροκ» Χριστό και εντυπωσίασε με τα φωνητικά του προσόντα. Εξαιρετικός ο Robert Finlayson στο Ρόλο του Ιούδα. Νομίζω πως ο ρόλος αυτός είναι ο πιο κεντρικός στο έργο. Είναι ο πιο καλοδουλεμένος και με το μεγαλύτερο βάθος. Παρουσιάζει την μεγαλύτερη πολυπλοκότητα και ως εκ τούτου και την μεγαλύτερη δυσκολία. Ένας Ιούδας ανθρώπινος, που βασανίζεται από απανωτά διλλήματα, δεν είναι καθόλου προφανής η κακία του ούτε μπορείς να μην προβληματιστείς για την ιδιοτέλεια ή όχι των πράξεών του.
Πολύ καλοί επίσης ήταν και οι δεύτεροι ρόλοι των Άννα, Καϊάφα, Πιλάτου, Σίμωνα, Ηρώδη και Πέτρου. Δεν μου άρεσε η Gina Shmukler στο ρόλο της Μαρίας Μαγδαληνής. Δεν ήταν κακιά αλλά ήταν λίγη, άνευρη και γενικά την περίμενα πιο «προβοκατόρικη» μιας και ο ρόλος της ταίριαζε για κάτι τέτοιο. Εκτός και αν επηρεάστηκε από τους brain damaged που μοίραζαν φυλλάδια για το τέλος του κόσμου και την ελληνοχριστιανική μας αγωγή έξω από το χώρο :-)
Οι κύριοι συντελεστές:
Σκηνοθεσία Paul Warwick Griffin, Μουσική Διεύθυνση & Νέες Ενορχηστρώσεις Charl-Johan Ligenfelder, Χορογραφίες Timothy Le Roux, Σκηνικά & Κοστούμια Keith Anderson, Ιησούς Cito Otto, Ιούδας Robert Finlayson, Μαρία Μαγδαληνή Gina Shmukler, Ηρώδης/Φίλιππος Rohan Browne, Πιλάτος Anton Luitingh, Συμεών Jaco van Rensburg, Πέτρος Brennan Holder, Καϊάφας Graham Bourne, Άννας Timothy Bull
Να πω και λίγα λόγια για το χώρο. Κακά τα ψέματα, όσο και να το διαφημίζουν για θέατρο, θέατρο δύσκολα είναι. Είναι κλειστό γυμναστήριο και φαίνεται για τέτοιο. Μπορεί να έχει πιο καλά καθίσματα και να έχουν επενδύσει εσωτερικά τους τοίχους με ηχο-απορροφητικό υλικό, αλλά δεν αρκεί αυτό βέβαια. Η σκηνή δεν έχει μηχανισμούς, δεν έχει τάφρο για ορχήστρα για να μπορείς να ανεβάσεις musical και το πιο βασικό έχει αισθητική γήπεδου. Είναι επαρκές, δεν λέω, αλλά ας μην φωνάζουμε κιόλας για το σουπερ θέατρο! Βέβαια έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα: μπορεί να μετατραπεί σε χρόνο dt σε γήπεδο badminton και έτσι μπορούμε αν χρειαστεί να φέρουμε εις πέρας ως χώρα το επόμενο πανευρωπαϊκό κύπελο :-)))))
Ετικέτες musical
Δευτέρα, Μαΐου 14, 2007
Η Παλιότερη Ορχήστρα του κόσμου
Την Πέμπτη που μας πέρασε παρακολούθησα στο Μέγαρο, την Staatskapelle Dresden υπό τον Fabio Luisi (90). Μας έπαιξαν στο 1ο μέρος το 4ο κονστέρτο για πιάνο του Μπετόβεν, με τον Radu Lupu, και στο 2ο την Ζωή ενός Ήρωα του Ριχαρντ Στράους.
Η ορχήστρα αυτή είναι ένας ζωντανός θρύλος στο μουσικό στερέωμα της Ευρώπης. Ιδρύθηκε το 1548 και θεωρείτε όχι μόνο η παλιότερη αλλά από πολλούς και η καλύτερη ορχήστρα της Ευρώπης, τα τελευταία διακόσια-τριακόσια χρόνια τουλάχιστον. Πάρα πολλοί συνθέτες αφιέρωσαν τα έργα τους στην ορχήστρα αυτή ή παρουσίασαν τα έργα τους για πρώτη φορά στη Δρέσδη – ο Βιβάλντι, ο Βάγκνερ, Σούμαν, ο Λίστ κά. Ο Ρίχαρντ Στράους μάλιστα παρουσίασε εννιά από τις όπερες του για πρώτη φορά στη Δρέσδη. Ας μην ξεχνάμε βέβαια, πως για πολλούς αιώνες η Δρέσδη υπήρξε μια από τις πόλεις-στολίδια της Ευρώπης και τροφός γενικότερα των τεχνών και όχι μόνο της μουσικής. Μια Δρέσδη που αρχιτεκτονικά δυστυχώς χάθηκε σε ένα από τα πολλά εγκλήματα του WWII.
Ήταν η 2η φορά που έβλεπα την ορχήστρα αυτή. Την είχα δει για πρώτη φορά πριν ενάμιση χρόνο στο Ηρώδειο, υπό τον Myung-Whun Chung. Αν θυμάμαι καλά είχαν παίξει πάλι το 4ο του Μπετόβεν στο πρώτο μέρος, ένα «τουριστικό» event με τον Cyprien Katsaris. Στο 2ο είχαν παίξει την 4η συμφωνία του Μπρούκνερ και νομίζω πως είχα by far την καλύτερη μουσική εμπειρία στο Ηρώδειο domain.
Έτσι λοιπόν είχα μεγάλες προσδοκίες από το event. Προσδοκίες που μεγάλωναν ακόμη περισσότερο λόγω του ότι το κοντσερτο του Μπετόβεν θα το έπαιζε o Radu Lupu, ένας από τους μεγαλύτερους πιανίστες του καιρού μας.
Και ευτυχώς οι μεγάλες μου προσδοκίες δεν διαψευσθήκαν. Ο ήχος της ορχήστρας ιδιαίτερος, αρκετά στρογγυλευμένος και με εξαιρετική πλαστικότητα. Νομίζω πως ήταν χαρακτηριστικό case του πόσο μεγάλη διαφορά μπορεί να κάνει μια αίθουσα με καλή ακουστική, όταν θυμάμαι την ίδια ορχήστρα στο Ηρώδειο. Η ορχήστρα είναι από τις καλύτερες που έχω ακούσει. Δεν μπορώ να πω αν ήταν η καλύτερη αλλά είχε σε μεγάλο βαθμό όλα τα στοιχεία που κάνουν μια ορχήστρα παγκοσμίου κλάσης. Τον πειθαρχημένο ήχο, τον τέλειο συγχρονισμό, την εξαιρετική τεχνική και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Φοβερά έγχορδά και εξαιρετικά πνευστά. Ο κορυφαίος της, στα βιολιστικά σόλα του Στράους ήταν εξαιρετικός. Τα κόρνα – που τα θυμάμαι έντονα από την συμφωνία του Μπρούκνερ – απίθανα. Όλα τα είχε αυτή η ορχήστρα.
Και είχε και έναν Lupu σε εξαιρετική φόρμα και διάθεση. Αέρινος και αρκετά θεατρικός νόμιζες ώρες-ώρες πως διεύθυνε κι αυτός μαζί με τον Luisi την ορχήστρα. Πόση μεγάλη διαφορά όσο θυμάμαι τον Katsaris! Εξαιρετικός ο Lupu, επιβεβαίωσε την φήμη του, αν και η προσέγγιση που είχε στο έργο ίσως και να μην ήταν κοινής αποδοχής. Ωστόσο ήταν μια προσωπική προσέγγιση, αλάνθαστη τεχνικά και αυτό ακριβώς περιμένουμε από τους μεγάλους καλλιτέχνες: προσωπικές προσεγγίσεις κι ας μην είναι του γούστου μας.
Δεν ξέρω αν οφείλετε στην κούραση της ημέρας που στη μέση του δεύτερου μέρους εκδηλώθηκε και με χάλασε λίγο, αλλά έχω την εντύπωση πως προτίμησα το πρώτο μέρος με τον Lupu. To δεύτερο μέρος θα ήθελα πολύ να το ξανακούσω για να έχω καλύτερη γνώμη (πράγμα το οποίο βέβαια δεν είναι δυνατόν :-).
Το δεύτερο μέρος βέβαια ήταν και το κατ’ εξοχήν κομμάτι του μαέστρου. Έργο που σου αφήνει πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες για προσωπικές ερμηνείες απ’ ότι το κοντσέρτο του Μπετόβεν. Και ο Luisi εκμεταλλεύτηκε τις δυνατότητες αυτές σε μεγάλο βαθμό. Οπωσδήποτε ήταν φαρδιά-πλατιά η υπογραφή του κάτω από την εκτέλεση.
Αυτά. Ελπίζω την επόμενη φορά που δω την αυτή την ορχήστρα να είναι στο σπίτι της!
Η ορχήστρα αυτή είναι ένας ζωντανός θρύλος στο μουσικό στερέωμα της Ευρώπης. Ιδρύθηκε το 1548 και θεωρείτε όχι μόνο η παλιότερη αλλά από πολλούς και η καλύτερη ορχήστρα της Ευρώπης, τα τελευταία διακόσια-τριακόσια χρόνια τουλάχιστον. Πάρα πολλοί συνθέτες αφιέρωσαν τα έργα τους στην ορχήστρα αυτή ή παρουσίασαν τα έργα τους για πρώτη φορά στη Δρέσδη – ο Βιβάλντι, ο Βάγκνερ, Σούμαν, ο Λίστ κά. Ο Ρίχαρντ Στράους μάλιστα παρουσίασε εννιά από τις όπερες του για πρώτη φορά στη Δρέσδη. Ας μην ξεχνάμε βέβαια, πως για πολλούς αιώνες η Δρέσδη υπήρξε μια από τις πόλεις-στολίδια της Ευρώπης και τροφός γενικότερα των τεχνών και όχι μόνο της μουσικής. Μια Δρέσδη που αρχιτεκτονικά δυστυχώς χάθηκε σε ένα από τα πολλά εγκλήματα του WWII.
Ήταν η 2η φορά που έβλεπα την ορχήστρα αυτή. Την είχα δει για πρώτη φορά πριν ενάμιση χρόνο στο Ηρώδειο, υπό τον Myung-Whun Chung. Αν θυμάμαι καλά είχαν παίξει πάλι το 4ο του Μπετόβεν στο πρώτο μέρος, ένα «τουριστικό» event με τον Cyprien Katsaris. Στο 2ο είχαν παίξει την 4η συμφωνία του Μπρούκνερ και νομίζω πως είχα by far την καλύτερη μουσική εμπειρία στο Ηρώδειο domain.
Έτσι λοιπόν είχα μεγάλες προσδοκίες από το event. Προσδοκίες που μεγάλωναν ακόμη περισσότερο λόγω του ότι το κοντσερτο του Μπετόβεν θα το έπαιζε o Radu Lupu, ένας από τους μεγαλύτερους πιανίστες του καιρού μας.
Και ευτυχώς οι μεγάλες μου προσδοκίες δεν διαψευσθήκαν. Ο ήχος της ορχήστρας ιδιαίτερος, αρκετά στρογγυλευμένος και με εξαιρετική πλαστικότητα. Νομίζω πως ήταν χαρακτηριστικό case του πόσο μεγάλη διαφορά μπορεί να κάνει μια αίθουσα με καλή ακουστική, όταν θυμάμαι την ίδια ορχήστρα στο Ηρώδειο. Η ορχήστρα είναι από τις καλύτερες που έχω ακούσει. Δεν μπορώ να πω αν ήταν η καλύτερη αλλά είχε σε μεγάλο βαθμό όλα τα στοιχεία που κάνουν μια ορχήστρα παγκοσμίου κλάσης. Τον πειθαρχημένο ήχο, τον τέλειο συγχρονισμό, την εξαιρετική τεχνική και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Φοβερά έγχορδά και εξαιρετικά πνευστά. Ο κορυφαίος της, στα βιολιστικά σόλα του Στράους ήταν εξαιρετικός. Τα κόρνα – που τα θυμάμαι έντονα από την συμφωνία του Μπρούκνερ – απίθανα. Όλα τα είχε αυτή η ορχήστρα.
Και είχε και έναν Lupu σε εξαιρετική φόρμα και διάθεση. Αέρινος και αρκετά θεατρικός νόμιζες ώρες-ώρες πως διεύθυνε κι αυτός μαζί με τον Luisi την ορχήστρα. Πόση μεγάλη διαφορά όσο θυμάμαι τον Katsaris! Εξαιρετικός ο Lupu, επιβεβαίωσε την φήμη του, αν και η προσέγγιση που είχε στο έργο ίσως και να μην ήταν κοινής αποδοχής. Ωστόσο ήταν μια προσωπική προσέγγιση, αλάνθαστη τεχνικά και αυτό ακριβώς περιμένουμε από τους μεγάλους καλλιτέχνες: προσωπικές προσεγγίσεις κι ας μην είναι του γούστου μας.
Δεν ξέρω αν οφείλετε στην κούραση της ημέρας που στη μέση του δεύτερου μέρους εκδηλώθηκε και με χάλασε λίγο, αλλά έχω την εντύπωση πως προτίμησα το πρώτο μέρος με τον Lupu. To δεύτερο μέρος θα ήθελα πολύ να το ξανακούσω για να έχω καλύτερη γνώμη (πράγμα το οποίο βέβαια δεν είναι δυνατόν :-).
Το δεύτερο μέρος βέβαια ήταν και το κατ’ εξοχήν κομμάτι του μαέστρου. Έργο που σου αφήνει πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες για προσωπικές ερμηνείες απ’ ότι το κοντσέρτο του Μπετόβεν. Και ο Luisi εκμεταλλεύτηκε τις δυνατότητες αυτές σε μεγάλο βαθμό. Οπωσδήποτε ήταν φαρδιά-πλατιά η υπογραφή του κάτω από την εκτέλεση.
Αυτά. Ελπίζω την επόμενη φορά που δω την αυτή την ορχήστρα να είναι στο σπίτι της!
Ετικέτες concert
Τρίτη, Μαΐου 08, 2007
Χερκουλής
Την προ-περασμένη Κυριακή (29-4-7) βρέθηκα στην De Nederlandse Opera όπου και παρακολούθησα την όπερα Hercules, του Georg Friedrich Haendel, σε λιμπρέτο του Thomas Broughton (80), μια παραγωγή της Opera National de Paris για το φεστιβάλ του Aix-en-Provence.
Όπερα αδίκως παραγκωνισμένης, μιας και θεωρείται (μαζί με την Σεμέλη) από τις σπουδαιότερες, αν όχι η σπουδαιότερη όπερα που έχει γραφτεί στην Αγγλική γλώσσα. Η όπερα δεν είχε καλή υποδοχή από το Αγγλικό κοινό στην εποχή της (world premiere @ 1745), μιας και εκτός από την γλώσσα ξένισε αρκετά και λόγω αρκετών πρωτοποριακών για την εποχή της στοιχεία, τα οποία μάλλον προς Gluck προσιδιάζουν παρά προς κλασική μπαρόκ όπερα. Πρόκειται δηλαδή για μια όπερα η οποία ήταν μπροστά από την εποχή της.
Έτσι, η όπερα έπεσε σιγά-σιγά στην αφάνεια και παρουσιάζονταν πολλές φορές σε μορφή concertale, παρά σαν πλήρη όπερα. Αυτό είναι σαν συνέπεια να μην είναι ξεκάθαρο αν είναι όπερα ή ορατόριο (πράγμα το οποίο ακόμη ισχύει, πχ το www.archivmusic.com την έχει στα ορατόρια).
Η όπερα είναι ένα μουσικό δράμα σε 3 πράξεις και περιγράφει τον έρωτα και την αναπόφευκτη ζήλεια της Δηιάνειρας προς τον Ηρακλή, ζήλεια που θα έχει σαν αποτέλεσμα τον φρικτό θάνατο του τελευταίου. Η πλοκή ακολουθεί λίγο-πολύ τις Τραχινίες του Σοφοκλή. Στην πρώτη πράξη η Δηιάνειρας παραπονιέται για την παρατεταμένη απουσία του Ηρακλή και σκέφτεται πως δεν θα τον ξαναδεί ποτέ. Ο Ύλλος – ο γιος του Ηρακλή – προσφέρεται να πάει να τον βρεί. Ξάφνου ο μάντης Λίχας απαγγέλει πως ο Ηρακλής επιστρέφει. Ο Ηρακλής επιστρέφει από την εκστρατεία του στην Οιχαλία και φέρνει μαζί του και αρκετούς αιχμάλωτούς, μεταξύ των οποίων και την Ιόλη, κόρη του ηγέτη της Οιχαλίας. Στη δεύτερη πράξη έχουμε την ανάπτυξη της ζήλεια της Δηιάνειρας προς την Ιόλη. Στο τέλος της πράξης η Δηιάνειρα αποφασίζει να δώσει να φορέσει ο Ηρακλής έναν χιτώνα που της είχε δώσει ο κένταυρος Νέσσος, λέγοντας της πως είναι ποτισμένο με ένα φίλτρο αγάπης. Στην τρίτη πράξη έχουμε το θάνατο του Ηρακλή με φριχτούς πόνους, καθότι ο χιτώνας ήταν δηλητηριασμένος (προφανώς! :-). Στο τέλος ο ιερέας του Δία λέει πως είδε έναν αετό στην νεκρική πυρά του Ηρακλή και αυτό είναι σημάδι πως η ψυχή του Ηρακλή πήγε στον Όλυμπο.
Η παράσταση διαδραματίζεται σχεδόν ολόκληρη (εκτός από την τελευταία σκηνή) στην αυλή του παλατιού του Ηρακλή, στην Τραχίδα. Στην σκηνή φαίνεται η αυλή γυμνή, ένα μεγάλο ανοικτό παραλληλόγραμμο που περικλείεται από τους τοίχους του παλατιού. Στο έδαφος έχει χώμα και οι πρωταγωνιστές περιφέρονται ως επί το πλείστον ξυπόλητοι. Τα χρώματα είναι σκούρα μπλέ και καφέ, χρώματα που υποβάλουν και επιτείνουν την ένταση του δράματος και ενισχύονται ακόμη περισσότερο από τον ανάλογο φωτισμό.
Στη αυλή (και κατ’ επέκταση στη σκηνή) κυριαρχούσε ένα τεράστιο άγαλμα του Ηρακλή, σπασμένο σε κομμάτια και σκορπισμένο σε όλο το χώρο. Η κατάτμηση και το σκόρπισμα των κομματιών στο χώρο ακολουθεί την ένταση των δρωμένων. Έτσι στην πρώτη πράξη των άγαλμα είναι μεν πεσμένο και σπασμένο αλλά τα κομμάτια είναι κοντά, σαν μόλις να γκρεμίστηκε. Στην δεύτερη που ο Ηρακλής είναι παρών, το μεσαίο μεγάλο κομμάτι – ο κορμός – είναι στημένος. Στην τρίτη πράξη που επέρχεται και ο θάνατος του Ηρακλή, στη σκηνή είναι μόνο 1-2 μικρά κομμάτια. Βέβαια στο τέλος όταν ο ιερέας του Διά απαγγέλει την ανάληψη του Ηρακλή στον Όλυμπο, το άγαλμα κάνει την εμφάνισή του ολόκληρο και στητό, σε όλη του την μεγαλοπρέπεια.
Πλοκή γεμάτη δράση και συνεχείς συγκρούσεις, ιδιαίτερα στην 2η πράξη με τις εκρήξεις ζήλειας της Δηιάνειρας πότε προς τον Ηρακλή και πότε προς την Ιόλη. Αποδόθηκε πολύ καλά, με συνεχέις εναλλαγές στη σκηνή και γοργό ρυθμό, και παρόλη την διάρκεια του έργου (κράτησε περίπου τρισίμιση ώρες με ένα διάλλειμα) παρακολουθούνταν αρκετά άνετα. Βοηθούσε βέβαια και η αίθουσα – επιτέλους μια αίθουσα με το κατάλληλο spacing για ανθρώπους πάνω από 1,85 :-) Επίσης πολύ εύστοχους βρήκα τους τρόπους εμφάνισης της χορωδίας (που έπαιζε τον ρόλο του λαού) πότε πίσω από έναν τοίχο, πότε μέσα από ένα άνοιγμα που γλιστρούσε και φανερωνόταν μια κερκίδα στην αυλή.
Η πανέμορφη μουσική του Haendel αποδόθηκε εξαιρετικά από τους St. James’s Baroque Players υπό τον Christopher Moulds. Επίσης αξιοσημείωτη ήταν η απόδοση της Koor van De Nederlandse Opera, η οποία αν και δεν είχε πρωταγωνιστικό ρόλο, κάθε φορά που τραγουδούσε σε καθήλωνε. Ιδιαίτερα το τελευταίο χορωδιακό ήταν καταιγιστικό! Πολύ θα ήθελα να τους ακούσω μόνους τους σε έναν Μεσσία πχ.
Πολύ καλοί οι πρωταγωνιστές, αλλά νομίζω πως αξίζει ένα πιο μεγάλο χειροκρότημα για την Ingela Bohlin (Ιόλη), τόσο για την φωνή και την τεχνική της όσο και για το πάθος της και εν γένει την σκηνική της παρουσία. Αρκετά καλή η Ann Hallenberg (Δηιάνειρα) μας έδωσε μια πολύ δυνατή mad scene στο τέλος, τραγουδώντας Chain me, ye Furies, to your iron beds/And lash my guilty ghost with whips of scorpions!
Mια πολύ όμορφη παράσταση loip;on, από αυτές που σε κάνουν να βγαίνεις από την αίθουσα με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά!
Οι κύριοι συντελεστές:
Μουσική Διεύθυνση Christopher Moulds, Σκηνοθεσία Luc Bondy, Σκηνικά Richard Peduzzi, Κοστούμια Rudy Sabounghi, Φωτισμοί Dominique Bruguière, Χορογραφίες Michel Kelemenis, Hercules Nathan Berg, Dejanira Ann Hallenberg, Hyllus Ed Lyon, Iole Ingela Bohlin, Lichas Charlotte Hellekant, Priest of Jupiter Simon Kirkbride, 1st Trachinian Harry Teeuwen, Countertenorsolo Iestyn Morris, Tenorsolo John van Halteren
Όπερα αδίκως παραγκωνισμένης, μιας και θεωρείται (μαζί με την Σεμέλη) από τις σπουδαιότερες, αν όχι η σπουδαιότερη όπερα που έχει γραφτεί στην Αγγλική γλώσσα. Η όπερα δεν είχε καλή υποδοχή από το Αγγλικό κοινό στην εποχή της (world premiere @ 1745), μιας και εκτός από την γλώσσα ξένισε αρκετά και λόγω αρκετών πρωτοποριακών για την εποχή της στοιχεία, τα οποία μάλλον προς Gluck προσιδιάζουν παρά προς κλασική μπαρόκ όπερα. Πρόκειται δηλαδή για μια όπερα η οποία ήταν μπροστά από την εποχή της.
Έτσι, η όπερα έπεσε σιγά-σιγά στην αφάνεια και παρουσιάζονταν πολλές φορές σε μορφή concertale, παρά σαν πλήρη όπερα. Αυτό είναι σαν συνέπεια να μην είναι ξεκάθαρο αν είναι όπερα ή ορατόριο (πράγμα το οποίο ακόμη ισχύει, πχ το www.archivmusic.com την έχει στα ορατόρια).
Η όπερα είναι ένα μουσικό δράμα σε 3 πράξεις και περιγράφει τον έρωτα και την αναπόφευκτη ζήλεια της Δηιάνειρας προς τον Ηρακλή, ζήλεια που θα έχει σαν αποτέλεσμα τον φρικτό θάνατο του τελευταίου. Η πλοκή ακολουθεί λίγο-πολύ τις Τραχινίες του Σοφοκλή. Στην πρώτη πράξη η Δηιάνειρας παραπονιέται για την παρατεταμένη απουσία του Ηρακλή και σκέφτεται πως δεν θα τον ξαναδεί ποτέ. Ο Ύλλος – ο γιος του Ηρακλή – προσφέρεται να πάει να τον βρεί. Ξάφνου ο μάντης Λίχας απαγγέλει πως ο Ηρακλής επιστρέφει. Ο Ηρακλής επιστρέφει από την εκστρατεία του στην Οιχαλία και φέρνει μαζί του και αρκετούς αιχμάλωτούς, μεταξύ των οποίων και την Ιόλη, κόρη του ηγέτη της Οιχαλίας. Στη δεύτερη πράξη έχουμε την ανάπτυξη της ζήλεια της Δηιάνειρας προς την Ιόλη. Στο τέλος της πράξης η Δηιάνειρα αποφασίζει να δώσει να φορέσει ο Ηρακλής έναν χιτώνα που της είχε δώσει ο κένταυρος Νέσσος, λέγοντας της πως είναι ποτισμένο με ένα φίλτρο αγάπης. Στην τρίτη πράξη έχουμε το θάνατο του Ηρακλή με φριχτούς πόνους, καθότι ο χιτώνας ήταν δηλητηριασμένος (προφανώς! :-). Στο τέλος ο ιερέας του Δία λέει πως είδε έναν αετό στην νεκρική πυρά του Ηρακλή και αυτό είναι σημάδι πως η ψυχή του Ηρακλή πήγε στον Όλυμπο.
Η παράσταση διαδραματίζεται σχεδόν ολόκληρη (εκτός από την τελευταία σκηνή) στην αυλή του παλατιού του Ηρακλή, στην Τραχίδα. Στην σκηνή φαίνεται η αυλή γυμνή, ένα μεγάλο ανοικτό παραλληλόγραμμο που περικλείεται από τους τοίχους του παλατιού. Στο έδαφος έχει χώμα και οι πρωταγωνιστές περιφέρονται ως επί το πλείστον ξυπόλητοι. Τα χρώματα είναι σκούρα μπλέ και καφέ, χρώματα που υποβάλουν και επιτείνουν την ένταση του δράματος και ενισχύονται ακόμη περισσότερο από τον ανάλογο φωτισμό.
Στη αυλή (και κατ’ επέκταση στη σκηνή) κυριαρχούσε ένα τεράστιο άγαλμα του Ηρακλή, σπασμένο σε κομμάτια και σκορπισμένο σε όλο το χώρο. Η κατάτμηση και το σκόρπισμα των κομματιών στο χώρο ακολουθεί την ένταση των δρωμένων. Έτσι στην πρώτη πράξη των άγαλμα είναι μεν πεσμένο και σπασμένο αλλά τα κομμάτια είναι κοντά, σαν μόλις να γκρεμίστηκε. Στην δεύτερη που ο Ηρακλής είναι παρών, το μεσαίο μεγάλο κομμάτι – ο κορμός – είναι στημένος. Στην τρίτη πράξη που επέρχεται και ο θάνατος του Ηρακλή, στη σκηνή είναι μόνο 1-2 μικρά κομμάτια. Βέβαια στο τέλος όταν ο ιερέας του Διά απαγγέλει την ανάληψη του Ηρακλή στον Όλυμπο, το άγαλμα κάνει την εμφάνισή του ολόκληρο και στητό, σε όλη του την μεγαλοπρέπεια.
Πλοκή γεμάτη δράση και συνεχείς συγκρούσεις, ιδιαίτερα στην 2η πράξη με τις εκρήξεις ζήλειας της Δηιάνειρας πότε προς τον Ηρακλή και πότε προς την Ιόλη. Αποδόθηκε πολύ καλά, με συνεχέις εναλλαγές στη σκηνή και γοργό ρυθμό, και παρόλη την διάρκεια του έργου (κράτησε περίπου τρισίμιση ώρες με ένα διάλλειμα) παρακολουθούνταν αρκετά άνετα. Βοηθούσε βέβαια και η αίθουσα – επιτέλους μια αίθουσα με το κατάλληλο spacing για ανθρώπους πάνω από 1,85 :-) Επίσης πολύ εύστοχους βρήκα τους τρόπους εμφάνισης της χορωδίας (που έπαιζε τον ρόλο του λαού) πότε πίσω από έναν τοίχο, πότε μέσα από ένα άνοιγμα που γλιστρούσε και φανερωνόταν μια κερκίδα στην αυλή.
Η πανέμορφη μουσική του Haendel αποδόθηκε εξαιρετικά από τους St. James’s Baroque Players υπό τον Christopher Moulds. Επίσης αξιοσημείωτη ήταν η απόδοση της Koor van De Nederlandse Opera, η οποία αν και δεν είχε πρωταγωνιστικό ρόλο, κάθε φορά που τραγουδούσε σε καθήλωνε. Ιδιαίτερα το τελευταίο χορωδιακό ήταν καταιγιστικό! Πολύ θα ήθελα να τους ακούσω μόνους τους σε έναν Μεσσία πχ.
Πολύ καλοί οι πρωταγωνιστές, αλλά νομίζω πως αξίζει ένα πιο μεγάλο χειροκρότημα για την Ingela Bohlin (Ιόλη), τόσο για την φωνή και την τεχνική της όσο και για το πάθος της και εν γένει την σκηνική της παρουσία. Αρκετά καλή η Ann Hallenberg (Δηιάνειρα) μας έδωσε μια πολύ δυνατή mad scene στο τέλος, τραγουδώντας Chain me, ye Furies, to your iron beds/And lash my guilty ghost with whips of scorpions!
Mια πολύ όμορφη παράσταση loip;on, από αυτές που σε κάνουν να βγαίνεις από την αίθουσα με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά!
Οι κύριοι συντελεστές:
Μουσική Διεύθυνση Christopher Moulds, Σκηνοθεσία Luc Bondy, Σκηνικά Richard Peduzzi, Κοστούμια Rudy Sabounghi, Φωτισμοί Dominique Bruguière, Χορογραφίες Michel Kelemenis, Hercules Nathan Berg, Dejanira Ann Hallenberg, Hyllus Ed Lyon, Iole Ingela Bohlin, Lichas Charlotte Hellekant, Priest of Jupiter Simon Kirkbride, 1st Trachinian Harry Teeuwen, Countertenorsolo Iestyn Morris, Tenorsolo John van Halteren
Ετικέτες opera
Σάββατο, Μαΐου 05, 2007
Concertgebouw
Το περασμένο Σάββατο 28-4-7 βρέθηκα στο Amsterdam για ολιγοήμερες διακοπές, και είπα να μην χάσω την ευκeρεία να επισκευτώ μερικά μέρη μουσικού ενδιαφέροντος. Έτσι είχα στο πρόγραμμα το Concertgebouw, εί δυνατον μάλιστα με την ομώνυμη ορχήστρα και την Όπερα. Δυστυχώς την ορχήστρα δεν μπόρεσα να την παρακολουθήσω, ωστόσο αποζημιώθηκα παρακολουθώντας στο Concertgebouw την Νederlands Philharmonic Orchestra, υπό τον Yakov Kreizberg (78).
Ομολογώ πως πήγα λίγο διστακτικά μιας και δεν ήμουν σίγουρος για την ορχήστρα. Δηλαδή την είχα ακουστά, αλλά δεν είχα στο νου μου αν είναι από τις καλές ορχήστρες ή όχι. Βέβαια το γεγονός πως ήταν resident στο Concertgebouw ήταν ένδειξη πως μάλλον δεν θα ήταν μέτρια ορχήστρα. Και οι ενδείξεις βγήκαν σωστές ευτυχώς.
Μας έπαιξαν στο πρώτο μέρος την 5η συμφωνία του Nielsen (op. 50) και στο δεύτερο την 5η του Μπετόβεν (op. 67).
Ο Nielsen δεν μου είναι οικείος και σίγουρα δεν είχα ξανα-ακούσει την 5η συμφωνία του. Και αυτό γιατί δεν πολυπαίζεται στην Ελλάδα. Εν γένει είμαι της άποψης, πως τα "μεγάλα" έργα της ρομαντικής περιόδου δύσκολα μπορείς να τα απολαύσεις από cd. Δύσκολα μένεις στο σπίτι σου συγκεντρωμένος πολύ ώρα και ακόμη κι αν το προσπαθήσεις όλο και κάποιος θόρυβος από το περιβάλλον θα σε χαλάσει. Άλλο πράγμα το ζωντανό από μια καλή ορχήστρα.
Τελικά αποδείχτηκα τυχερός. Πολύ καλή και καθαρή άρθρωση, πλούσιο σώμα στα έγχορδα, πολύ καλός και λαμπερός ήχος στα χάλκινα, ωραίο τέμπο και εξαιρετική διαχείριση της έντασης του ήχου˙ μια ορχήστρα πρώτης γραμμής. Επίσης να σημειώσω την πολύ καλή ανάγνωση του έργου από τον μαέστρο, πολύ ενδιαφέρουσα - φαίνονταν πως είχε βάλει αρκετή προσωπική δουλειά πάνω στο έργο. Τελικά το πρώτο μέρος ήταν απολαυστικότατο!
Το δεύτερο μέρος δεν ήταν στο ύψος του πρώτου. Δεν λέω, έπαιξαν πολύ καλά την 5η αλλά όπως και να το κάνεις είναι τόσο χιλιοπαιγμένη που είναι πολύ δύσκολο να καταφέρει κανείς μια ξεχωριστή προσέγγιση, άξια αναφοράς. Πάντως τα καλά χαρακτηριστικά της ορχήστρας ήταν και εδώ παρόντα, αλλά η ανάγνωση του έργου δεν ήταν του επιπέδου του πρώτου μέρους.
Αξίζει να πως και δύο λόγια για την αίθουσα. Θεωρείται εν γένει ένα από hallmarks του ευρωπαϊκού μουσικού πολιτισμού και μια από τις αίθουσες με nearly perfect acoustics. Και όντως είναι μια πολύ εντυπωσιακή αίθουσα, ευρύχωρη, με τα βελούδα της και αρκετά στολισμένη, του επιπέδου των εντυπωσιακών αιθουσών συναυλιών της Ευρώπης του 19ου αιώνα. Ωστόσο η ακουστική της μου φάνηκε λίγο παράξενη. Ενώ τα πνευστά ακούγονταν εξαιρετικά, τα έγχορδα μου φάνηκαν λίγο γρέτζα και με αρκετές αιχμές. Σίγουρα διαφέρει πολύ από τις σύγχρονες αίθουσες με τις ξύλινες επιφάνειες και τους μελετημένους ανακλαστήρες που στρογγυλεύουν τον ήχο. Πάντως με άφησε αρκετά προβληματισμένο και οπωσδήποτε θα ήθελα να την ακούσω και σε άλλα είδη (πχ. συμφωνίες του Mozart ή του Haydn, solo piano κλπ) προτού βγάλω συμπέρασμα.
ps. Παρεπιπτώντως αν ενδιαφέρεται κανείς από 10/6 - 1/7 η ορχήστρα θα παίζει στην Όπερα (... του Αμστερνταμ :-) το Dr. Atomic, την καινούργια όπερα των Adams & Sellars
Ετικέτες concert
Τετάρτη, Μαΐου 02, 2007
Nixon in China
Την περασμένη Πέμπτη 27-4-7, παρακολούθησα την πολυδιαφημισμένη (και πολύ-αναμενόμενη) μινιμαλιστική όπερα Nixon in China, του John Adams (80). Βέβαια μπορεί παραδοσιακά η όπερα να «ανήκει» στον συνθέτη, ωστόσο νομίζω πως αξίζει να αναφέρουμε πως το λιμπρέτο είναι της Alice Goodman και η συγκεκριμένη παράσταση είναι σε σκηνοθεσία του Peter Sellars. Η όπερα είχε την πρεμιέρα της πριν 20 χρόνια (22-10-87) και παρόλη την ηλικία της θεωρείται πια «κλασική». Έχω την εντύπωση μάλιστα (χωρίς να έχω κάνει ενδελεχές ψάξιμο ωστόσο) πως η όπερα ανεβαίνει 20 χρόνια τώρα με την ίδια σκηνοθεσία και ίδια σκηνικά όπως επίσης και με την ίδιο Νίξον, τον James Maddalena. Έτσι λοιπόν εκτός από την όπερα, ίσως να θεωρείται κλασική και η συγκεκριμένη παράσταση. Πάντως η παράσταση που παρακολουθήσαμε ήταν παραγωγή του 2000 (της ΕΝΟ αν θυμάμαι καλά), και ο Sellars είχε κάνει και ένα φρεσκάρισμα στη σκηνοθεσία για την συγκεκριμένη παραγωγή.
Το στόρυ βασίζεται στην ιστορική επίσκεψη του Νίξον στην Κίνα, το 1972, η οποία και έδωσε τέλος στις τεταμένες σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και αποτέλεσε και την αφορμή για την έναρξη των διπλωματικών τους σχέσεων. Η όπερα περιγράφει 3 μέρες από την επίσκεψη αυτή και εστιάζει κυρίως στην περιγραφή των γεγονότων, στις προσωπικές ιστορίες των πρωταγωνιστών και σε ένα δεύτερο επίπεδο στις πολιτιστικές διαφορές μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Και το κάνει αυτό χωρίς να παραβλέπει τους χαρακτήρες του έργου, οι οποίοι είναι αξιοπρόσεκτα δουλεμένοι. Εκτός βέβαια από τον Kissinger ο οποίος σε αρκετά σημεία εκφυλίζεται σε καρικατούρα – προφανώς δεν ήταν και πολύ συμπαθής στους δημιουργούς του έργου :-)
Η όπερα είναι ως προς το μουσικό της ιδίωμα ήταν σίγουρα προτοποριακή για την εποχή της. Κι αν σήμερα ο μινιμαλισμός μας είναι οικείο άκουσμα, θυμάμαι πολύ καλά το σοκ που είχα υποστεί ακούγοντας την μουσική του Glass στο Koyaanisqatsi, στο Αττικόν τα μέσα της δεκαετίας του 80. Και βέβαια είναι αρκετά ενδιαφέρουσα και για την στάση της ως προς το δράμα. Γιατί το δράμα με την κοινή έννοια (δηλ. συναισθήματα αγάπης, μίσους, προδοσίες κλπ) απουσιάζει. Τα δρώμενα δεν είναι τίποτε άλλο από την εξιστόρηση των γεγονότων (μάλλον για αυτό έχει αποκαλεστεί και CNN-opera.
Ωστόσο είναι αρκετά εύστοχη στον τονισμό των πολιτιστικών διαφορών και την διαφορετική αντίληψη του κόσμου μεταξύ ανατολής και δύσης, καθώς επίσης και στην ιδιαίτερη παρουσία του καθενός από τους πρωταγωνιστές, όπως έχει διαμορφωθεί και από τις προσωπικές καταβολές και ιστορία. Αξίζει να τονιστεί όμως, πως εδώ δεν έχουμε την εκμετάλλευση των πολιτιστικών διαφορών για να εξαχθεί ιλαρότητα (όπως πχ στην Ιταλίδα στο Αλγέρι ή στην Απαγωγή απ’ το Σεράϊ). Οι πολιτιστικές διαφορές έρχονται στην επιφάνεια μέσα από την προσπάθεια να επικοινωνήσεις με το διαφορετικό και γίνονται μάλλον σημείο προβληματισμού για την κατανόηση του «ξένου».
Εξαιρετική η σκηνή της συζήτησης Νίξον-Μάο, με τις τρεις γραμματείς του Μάο να λειτουργούν σαν ενισχυτές, μεγεθύνοντας ότι έλεγε ο Μάο, και τον Μάο στο ρόλο του φιλόσοφου-βασιλιά να μας λέει πως πρώτα έρχονται οι θεμελιωτές, μετά οι κερδοσκόποι, πράγμα που ίσως ήταν προφητικό βλέποντας την Κίνα του σήμερα. Επίσης εντελώς απολαυστικό το «χάσιμο» των Αμερικανών στην συζήτηση στην οποία δεν μπόρεσαν ποτέ να μπουν. Εξαιρετική επίσης και η σκηνή της παράστασης του μπαλέτου The Red Detachment of Women, με το Kissinger στο ρόλο του βασανιστή μιας πτωχής χωριατοπούλας.
Την παράσταση την βρήκα πάρα πολύ καλή. Νομίζω πως οι πρωταγωνιστές ήταν ο ένας καλύτερο από τον άλλο με προεξάρχοντα τον Maddalena, ο οποίος έδωσε έναν εξαιρετικό Νίξον, δείχντας όχι μόνο την "προεδρική" του όψη αλλά και την όψη του καθημερινού ανθρώπου μέσα από την προσωπική του ιστορία. Ιστορία πολύ σύμφυτη με το αμερικάνικο όνειρο, μιας και ξεκινώντας από πωλητής hamburger μπόρεσε να γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ. Πολύ καλή επίσης η Sally Harrison στον ρόλο της Πατ Νίξον. Κατάφερε να δώσει ακριβώς το μενταλιτέ της απλής γυναίκας, η οποία έχει γίνει μεν η Πρώτη Κυρία, ωστόσο διατηρεί τον ψυχισμό του λαϊκού ανθρώπου στην αντιμετώπιση της ζωής. Ο Jeremy Huw Williams δημιούργησε έναν Τσου Εν-Λάϊ πολιτικό ζώον: πραγματιστή και διπλωμάτη, έχοντας ταυτόχρονα και την μεγάλη πείρα της ζωής. Το άλλο άκρο από τον Μάο, ο οποίος κρατούσε το ρόλο του απομακρυσμένου προέδρου, αφήνοντας να ασχοληθεί με όλες της λεπτομέρειες της πραγματικής ζωής ο πρωθυπουργός του. Πολλοί καλοί επίσης και η Judith Howarth στο ρόλο της γυναίκας του Μάο (τραγούδησε πολύ ωραία το Ι’m the wife of Mao Tse Tung) και ο Scott Wilde στο ρόλο του Henry Kissinger
Ευχάριστη έκπληξη ήταν η απόδοση της ορχήστρας της Λυρικής, που οπωσδήποτε είχαν να αντιμετωπίσουν κάτι έξω από τα χωράφια τους. Μπράβο λοιπόν στο μαέστρο και στους μουσικούς.
Εν τέλει να πω, πως λίγη περισσότερη προσοχή στην κατασκευή των σκηνικών δεν θα έβλαπτε. Η μύτη του αεροπλάνου κάποια στιγμή λύγισε και όταν άνοιγε η πόρτα του φαίνονταν το σκηνικό από πίσω, δείχνοντας πολύ ψεύτικο.
Οι κύριοι συνελεστές της παράστασης:
Μουσική Διεύθυνση David Parry, Chou En-Lai Jeremy Huw Williams, Richard Nixon James Maddalena, Henry Kissinger, Scott Wilde, Pat Nixon Sally Harrison, Chiang Ch'ing Judith Howarth, Mao Tse-Tung Adrian Thompson, 1st Secretary Ειρήνη Καράγιαννη, 2nd Secretary Ελένη Δαβού, 3rd Secretary Susannah Self, Wu Ching-Hua Αιμιλία Γάσπαρη, Hung Chang-Ching Κυριάκος Κοσμίδης
Ps. Ξέχασα να πως και κάτι για το audience. Παρά την διαφήμιση και την προβολή που είχε (μέχρι και στις οθόνες του El. Venizelos υπήρχε!), η παράσταση που παρακολούθησα είχε αρκετές άδειες θέσεις. Επίσης ίσως λόγω της διαφήμισης αυτής το κοινό δεν ήταν το σύνηθες κοινό της όπερας. Ήταν απλώς ένα φύρδην-μίγδην κοινό που πάει σε ό,τι του γυαλίσει (βάζω στοίχημα πως πολλοί πρώτη φορά έβλεπαν όπερα στη ζωή τους). Βέβαια το να προσελκύεις τέτοιο κοινό είναι δίκοπο μαχαίρι γατί μπορεί μεν να αποκτήσεις νέους φίλους αλλά μπορείς να αποκτήσεις και ορκισμένους εχθρούς, γιατί όπως και να το κάνουμε δεν είναι εύκολο θέαμα. Άσε που φεύγουν και στη μέση :-) Πάντως η σύσταση του ακροατηρίου είναι ένδειξη του που βρίσκεται η όπερα στην Ελλάδα: έχει λίγους νέους φίλους και οι παλιοί δεν αρέσκονται σε «μοντέρνα» θεάματα – belcanto και ξερό ψωμί. Ωστόσο αισιοδοξούμε :-)
Το στόρυ βασίζεται στην ιστορική επίσκεψη του Νίξον στην Κίνα, το 1972, η οποία και έδωσε τέλος στις τεταμένες σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και αποτέλεσε και την αφορμή για την έναρξη των διπλωματικών τους σχέσεων. Η όπερα περιγράφει 3 μέρες από την επίσκεψη αυτή και εστιάζει κυρίως στην περιγραφή των γεγονότων, στις προσωπικές ιστορίες των πρωταγωνιστών και σε ένα δεύτερο επίπεδο στις πολιτιστικές διαφορές μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Και το κάνει αυτό χωρίς να παραβλέπει τους χαρακτήρες του έργου, οι οποίοι είναι αξιοπρόσεκτα δουλεμένοι. Εκτός βέβαια από τον Kissinger ο οποίος σε αρκετά σημεία εκφυλίζεται σε καρικατούρα – προφανώς δεν ήταν και πολύ συμπαθής στους δημιουργούς του έργου :-)
Η όπερα είναι ως προς το μουσικό της ιδίωμα ήταν σίγουρα προτοποριακή για την εποχή της. Κι αν σήμερα ο μινιμαλισμός μας είναι οικείο άκουσμα, θυμάμαι πολύ καλά το σοκ που είχα υποστεί ακούγοντας την μουσική του Glass στο Koyaanisqatsi, στο Αττικόν τα μέσα της δεκαετίας του 80. Και βέβαια είναι αρκετά ενδιαφέρουσα και για την στάση της ως προς το δράμα. Γιατί το δράμα με την κοινή έννοια (δηλ. συναισθήματα αγάπης, μίσους, προδοσίες κλπ) απουσιάζει. Τα δρώμενα δεν είναι τίποτε άλλο από την εξιστόρηση των γεγονότων (μάλλον για αυτό έχει αποκαλεστεί και CNN-opera.
Ωστόσο είναι αρκετά εύστοχη στον τονισμό των πολιτιστικών διαφορών και την διαφορετική αντίληψη του κόσμου μεταξύ ανατολής και δύσης, καθώς επίσης και στην ιδιαίτερη παρουσία του καθενός από τους πρωταγωνιστές, όπως έχει διαμορφωθεί και από τις προσωπικές καταβολές και ιστορία. Αξίζει να τονιστεί όμως, πως εδώ δεν έχουμε την εκμετάλλευση των πολιτιστικών διαφορών για να εξαχθεί ιλαρότητα (όπως πχ στην Ιταλίδα στο Αλγέρι ή στην Απαγωγή απ’ το Σεράϊ). Οι πολιτιστικές διαφορές έρχονται στην επιφάνεια μέσα από την προσπάθεια να επικοινωνήσεις με το διαφορετικό και γίνονται μάλλον σημείο προβληματισμού για την κατανόηση του «ξένου».
Εξαιρετική η σκηνή της συζήτησης Νίξον-Μάο, με τις τρεις γραμματείς του Μάο να λειτουργούν σαν ενισχυτές, μεγεθύνοντας ότι έλεγε ο Μάο, και τον Μάο στο ρόλο του φιλόσοφου-βασιλιά να μας λέει πως πρώτα έρχονται οι θεμελιωτές, μετά οι κερδοσκόποι, πράγμα που ίσως ήταν προφητικό βλέποντας την Κίνα του σήμερα. Επίσης εντελώς απολαυστικό το «χάσιμο» των Αμερικανών στην συζήτηση στην οποία δεν μπόρεσαν ποτέ να μπουν. Εξαιρετική επίσης και η σκηνή της παράστασης του μπαλέτου The Red Detachment of Women, με το Kissinger στο ρόλο του βασανιστή μιας πτωχής χωριατοπούλας.
Την παράσταση την βρήκα πάρα πολύ καλή. Νομίζω πως οι πρωταγωνιστές ήταν ο ένας καλύτερο από τον άλλο με προεξάρχοντα τον Maddalena, ο οποίος έδωσε έναν εξαιρετικό Νίξον, δείχντας όχι μόνο την "προεδρική" του όψη αλλά και την όψη του καθημερινού ανθρώπου μέσα από την προσωπική του ιστορία. Ιστορία πολύ σύμφυτη με το αμερικάνικο όνειρο, μιας και ξεκινώντας από πωλητής hamburger μπόρεσε να γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ. Πολύ καλή επίσης η Sally Harrison στον ρόλο της Πατ Νίξον. Κατάφερε να δώσει ακριβώς το μενταλιτέ της απλής γυναίκας, η οποία έχει γίνει μεν η Πρώτη Κυρία, ωστόσο διατηρεί τον ψυχισμό του λαϊκού ανθρώπου στην αντιμετώπιση της ζωής. Ο Jeremy Huw Williams δημιούργησε έναν Τσου Εν-Λάϊ πολιτικό ζώον: πραγματιστή και διπλωμάτη, έχοντας ταυτόχρονα και την μεγάλη πείρα της ζωής. Το άλλο άκρο από τον Μάο, ο οποίος κρατούσε το ρόλο του απομακρυσμένου προέδρου, αφήνοντας να ασχοληθεί με όλες της λεπτομέρειες της πραγματικής ζωής ο πρωθυπουργός του. Πολλοί καλοί επίσης και η Judith Howarth στο ρόλο της γυναίκας του Μάο (τραγούδησε πολύ ωραία το Ι’m the wife of Mao Tse Tung) και ο Scott Wilde στο ρόλο του Henry Kissinger
Ευχάριστη έκπληξη ήταν η απόδοση της ορχήστρας της Λυρικής, που οπωσδήποτε είχαν να αντιμετωπίσουν κάτι έξω από τα χωράφια τους. Μπράβο λοιπόν στο μαέστρο και στους μουσικούς.
Εν τέλει να πω, πως λίγη περισσότερη προσοχή στην κατασκευή των σκηνικών δεν θα έβλαπτε. Η μύτη του αεροπλάνου κάποια στιγμή λύγισε και όταν άνοιγε η πόρτα του φαίνονταν το σκηνικό από πίσω, δείχνοντας πολύ ψεύτικο.
Οι κύριοι συνελεστές της παράστασης:
Μουσική Διεύθυνση David Parry, Chou En-Lai Jeremy Huw Williams, Richard Nixon James Maddalena, Henry Kissinger, Scott Wilde, Pat Nixon Sally Harrison, Chiang Ch'ing Judith Howarth, Mao Tse-Tung Adrian Thompson, 1st Secretary Ειρήνη Καράγιαννη, 2nd Secretary Ελένη Δαβού, 3rd Secretary Susannah Self, Wu Ching-Hua Αιμιλία Γάσπαρη, Hung Chang-Ching Κυριάκος Κοσμίδης
Ps. Ξέχασα να πως και κάτι για το audience. Παρά την διαφήμιση και την προβολή που είχε (μέχρι και στις οθόνες του El. Venizelos υπήρχε!), η παράσταση που παρακολούθησα είχε αρκετές άδειες θέσεις. Επίσης ίσως λόγω της διαφήμισης αυτής το κοινό δεν ήταν το σύνηθες κοινό της όπερας. Ήταν απλώς ένα φύρδην-μίγδην κοινό που πάει σε ό,τι του γυαλίσει (βάζω στοίχημα πως πολλοί πρώτη φορά έβλεπαν όπερα στη ζωή τους). Βέβαια το να προσελκύεις τέτοιο κοινό είναι δίκοπο μαχαίρι γατί μπορεί μεν να αποκτήσεις νέους φίλους αλλά μπορείς να αποκτήσεις και ορκισμένους εχθρούς, γιατί όπως και να το κάνουμε δεν είναι εύκολο θέαμα. Άσε που φεύγουν και στη μέση :-) Πάντως η σύσταση του ακροατηρίου είναι ένδειξη του που βρίσκεται η όπερα στην Ελλάδα: έχει λίγους νέους φίλους και οι παλιοί δεν αρέσκονται σε «μοντέρνα» θεάματα – belcanto και ξερό ψωμί. Ωστόσο αισιοδοξούμε :-)
Ετικέτες opera