Πέμπτη, Οκτωβρίου 23, 2008

Christian Lindberg

Μια αρκετά ενδιαφέρουσα συναυλία παρακολούθησα την περασμένη Δευτέρα 20-10-8, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (73). Συγκεκριμένα, παρακολούθησα μια συνεργασία της συμφωνικής ορχήστρας της ΕΡΤ, με τον Christian Lindberg.

Από τους πιο γνωστούς τρομπονίστες του καιρού μας ο Lindberg, έχει επισκεφτεί την χώρα μας 1-2 φορές στο παρελθόν στα πλαίσια των Ionian Concerts. Αυτή την φορά όμως, δεν ήλθε μόνο σαν σολίστας αλλά και σαν αρχιμουσικός. Εκτός όμως από τον Lindberg, αρκετό ενδιαφέρον είχε για μένα και η ορχήστρα της ΕΡΤ, μιας και είχα πολλά χρόνια να την παρακολουθήσω ζωντανά.

Αρκετά χαρωπός και casual ο Lindberg, εμφανίστηκε με στενό μαύρο παντελόνι, μυτερό μαύρο παπούτσι και μαύρο εφαρμοστό πουκάμισο, με τα τρία πρώτα κουμπιά ανοιχτά και στη μέση ένα μεγάλο κρεμαστό – κάτι σαν μενταγιόν. Λίγο obsolete το γούστο του, κάτι ανάμεσα σε ροκαμπίλυ και κρητικό καμάκι των ‘70s και με λίγη δόση new age. Anyway, μπήκε μέσα τροχάδην και είχε μια ζωντάνια και καλή μια διάθεση που αναμφίβολα μετάδωσε, τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος, και στο ακροατήριο. Γενικώς ακτινοβολούσε θετική ενέργεια και καλή διάθεση.

Στην αρχή μας έπαιξαν το κοντσέρτο για τρομπόνι και ορχήστρα του Leopold Mozart. Έργο στο μεταίχμιο μεταξύ μπαρόκ και κλασικής τεχνοτροπίας και αρκετά ζωντανό, ήταν νομίζω μια πολύ καλή εισαγωγή στην τέχνη του Lindberg. Εντυπωσιακός, με ιδιαίτερα σαφές και ακριβές attack αλλά και αλάνθαστος στα γρήγορα μέρη, έβγαλε μια μουσικότητα από το όργανο που δύσκολα ακούς από μπάσα χάλκινα. Ήταν και το μοναδικό κομμάτι που έπαιξε ο Lindberg, μιας και στα υπόλοιπα μόνο διεύθυνε.

Στη συνέχεια ακούσαμε το κοντσέρτο για κουιντέτο χάλκινων του Frigyes Hidas. Από την παράδοση της ουγγρικής μουσικής σκηνής του 20ου αιώνα ο Hidas, έγραψε ένα έργο που «κινείται στην περιοχή του ήπιου μοντερνισμού», όπως λέει και το booklet της συναυλίας. Αρκετά ενδιαφέρον έργο, με πολύ όμορφο αργό μέρος. Θα σταθώ ιδιαίτερα στο σημείο όπου η ίδια μουσική φράση περνά από το ένα στο άλλο από όλα τα όργανα του κουιντέτου, στο αργο 2ο μέρος αν θυμάμαι καλά. Πολύ καλό, όπως σχεδόν πάντα, το κουιντέτο Melos Brass.

Στο δεύτερο μέρος ακούσαμε την συμφωνία του Νέου Κόσμου, του Antonin Dvorak. Δεν θα έλεγα πως μου πολυάρεσε. Η ορχήστρα μου φάνηκε να έχει μεγάλα προβλήματα συνοχής και μέτρια πνευστά. Τα έγχορδά της ήταν αξιοπρόσεκτα και θα πρέπει να πω πως το αργό 2ο μέρος απορροφήθηκα ακούγοντάς το. Το έπαιξαν πολύ καλά. Αλλά overall δεν θα έλεγα πως ήταν άξια λόγου ερμηνεία. Μερικά πολύ γνωστά σημεία είχα μάλιστα δυσκολία να τα αναγνωρίσω.

Εν πάσει περιπτώσει, το κοινό στο τέλος χειροκρότησε με μεγάλο ενθουσιασμό και ο Christian Lindberg μπίζαρε με ένα σόλο τρομπόνι κομμάτι. Δεν μπορώ να πω πως το αναγνώρισα, ωστόσο ήταν ένα πολύ όμορφο αργο κομμάτι το οποίο το έπαιξε καταπληκτικά! Με πολύ συναίσθημα και ευαισθησία από τις κορυφαίες στιγμές της βραδυάς.

Αυτά. Εν κατακλείδει, θαρρώ πως θα ήταν πολύ καλύτερα αν είχαμε πιο πολύ Lindberg και λιγότερη ΕΡΤ.

Ετικέτες

buzz it!

Τρίτη, Οκτωβρίου 21, 2008

Anna Bolena

Μια πολύ ωραία Άννα Μπολένα παρακολουθήσαμε την Κυριακή 19-10-8, στην ταλαίπωρη αίθουσα της οδού Ακαδημίας (78). Επρόκειτο για μια ημισκηνοθετημένη παράσταση που χρησιμοποίησε τα κουστούμια του Νίκου Γεωργιάδη, από την παράσταση της Λυρικής του 1976.

Η «ημισκηνοθεσία» ήταν του Βασίλη Νικολαΐδη και έγκειτο στο ότι δεν υπήρχαν σκηνικά και στο ότι οι χορωδοί εμφανίζονταν με σύγχρονα ρούχα και κρατώντας τις πάρτες τους σαν να έδιναν συναυλία. Μια μεταλλική κερκίδα με δύο σκαλοπάτια στο βάθος της σκηνής, όπου συνήθως βρίσκονταν η χορωδία, ήταν το μοναδικό σκηνικό. Στο βάθος υπήρχε μια οθόνη όπου προβάλλονταν διαφορές σκηνές (φύσης, πουλιά, κάγκελα φυλακής κλπ), προκειμένου να τεθεί τρόπον τινά το context των δρώμενων.

Αξίζει να πούμε εδώ, πως η παράσταση του ’76 έτυχε και μιας πλήρους αναβίωσης (με όλα τα σκηνικά και τα κουστούμια) το 2000. Μάλιστα σε αυτή την παράσταση οι πρωταγωνιστές στους ρόλους του Ενρίκο και της Αννας ήταν οι ίδιοι (με την παράσταση της Κυριακής). Όπως επίσης και η σκηνοθεσία ήταν επίσης του Βασίλη Νικολαΐδη. Ωστόσο δεν ξέρω πόσες ομοιότητες είχε με την φετινή παράσταση, μιας και δεν την είχα παρακολουθήσει.

Η Άννα Μπολένα έχει και μια ιστορική σημασία σαν όπερα. Ήταν η όπερα που ουσιαστικά καθιέρωσε τον Ντονιτσέτι ως διάσημο και well-established δημιουργό του ιταλικού μελοδράματος του 19ου αιώνα. Η όπερα γνώρισε μεγάλη επιτυχία στην εποχή της αν και στην συνέχεια έπεσε στην αφάνια (στα τέλη 19ου και το πρώτο μισό του 20ου αιώνα). Από κει ανασύρθηκε, και από τότε παραμένει ως βασικό έργο του κλασικού ρεπερτορίου, σε μια ιστορική παράσταση στης Σκάλας στα μέσα της δεκαετίας του 50, με την Μαρία Κάλλας στον ρόλο της Άννας Μπολένα.

Επίσης η όπερα είχε καινοτομήσει και σε θέματα γραφής. Πιο συγκεκριμένα, και ιδιαιτέρα στα δύο μεγάλα σύνολα της 1ης πράξης (ένα κουιντέτο και ένα σεξτέτο αν θυμάμαι καλά), ήταν η πρώτη φορά που ο κάθε ένας από τους συμμετέχοντες είχε την δικό του ποιητικό μέρος το οποίο βεβαίως μπορεί να ομοιοκαταληκτούσε και να ταίριαζε ρυθμικά με τα των υπολοίπων, αλλά εξέφραζε διαφορετικά συναισθήματα και το τυχόν διαφορετικό state of mind του τραγουδιστή. Επίσης οι μελωδικές γραμμές κάθε ενός, μπορεί να ακολουθούσαν εντελώς διαφορετική πορεία και στην πορεία να συμπλέουν αλλά και να αποκλίνουν και εν γένει να εμπλέκονται μεταξύ τους σύμφωνα με τα συναισθήματα καθενός συμμετέχοντα. Αυτή η τεχνική έτυχε πολύ θερμής αποδοχής και στη συνέχεια έγινε αναπόσπαστο μέρος της μουσικής γραφής και της παράδοσης της όπερας.

Επίσης η σκηνή τρέλας του τέλους είναι πολύ όμορφη, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς την εξέλιξή της στην κατοπινή Lucia. Βέβαια η Άννα Μπολένα είναι μια βασίλισσα και ανάλογα συμπεριφέρεται, αλλά είναι πολύ ενδιαφέρον να παρακολουθεί κανείς την εξέλιξη της γραφής του Ντονιτσέτι σε αυτό το θέμα.

Η επιτυχία του έργου, ως μια τυπική bel-canto όπερα, βασίζετε πρωτίστως στην απόδοση της πρωταγωνίστριας. Και η συγκεκριμένη έτυχε να είχε την Τζένη Δριβάλα στο ρόλο της Άννας Μπολένας σε μια πολύ καλή βραδυά. Ομολογώ πως ήταν ευχάριστη έκπληξη για μένα μιας και πριν κανένα εξάμηνο που την είχα ακούσει στην Δέσπω δεν μου άρεσε, αλλά μάλλον η Δέσπω δεν πολύ-ταίριαζε στο φαχ της. Τραγούδησε πολύ ζωντανά, με αρκετό συναίσθημα και εν γένει τον έζησε πολύ το ρόλο της και το έβγαλε αυτό πολύ όμορφα. Μάλιστα και στο χορευτικό που έκανε με τον Θάνατο στο τέλος της 2ης πράξης ήταν πολύ καλή.

Από κοντά της και Μαίρη-Έλεν Νέζη ως Τζοβάννα Σεϋμούρ. Τραγούδησε πολύ ωραία τον ρόλο της και απέδωσε πολύ όμορφα των διχασμό μεταξύ της φιλίας και της αφοσίωσης που την έδενε με την Μπολένα από την μια μεριά και του έρωτά της με τον Ενρίκο από την άλλη. Η Νέζη φαίνεται να βρίσκετε στην ακμή της καριέρα της και κάθε φορά που την ακούω είναι πάντα πολύ καλή.

Πολύ καλός και ο Δημήτρης Καβρακός στο ρόλο του Ερρίκου του Η’. Στιβαρή φωνή, γεμάτη αυτοπεποίθηση, έδωσε αρκετά καλά το ρόλο του βασιλιά που έχει την ανασφάλεια πως οι γυναίκες τον εκτιμούν μόνο για τον βασιλικό του τίτλο. Και ίσως και να ίσχυε αυτό άλλωστε. Και η Άννα και η Σεϋμούρ δεν ήταν ιδαίτερα πειστικές – άφηναν αμφιβολίες σε σχέση με τα πραγματικά τους αισθήματα.

Πολύ καλοί επίσης οι Σταμάτης Μπερής και Ελένη Βουδουράκη στους ρόλους των Περσύ και Σμέτον, αντιστοίχως.

Αρκετά καλά επίσης τα χορευτικά της Έφης Καρακώστα. Αν και το εύρημα με τους χορευτές-σκιές των τραγουδιστών είναι πια πολυφορεμένο, ήταν αρκετά καλά στημένο. Και ο ρόλος του Θανάτου ήταν αρκετά όμορφος, έτσι όπως τριγύριζε χορεύοντας στη σκηνή, υποδηλώνοντας συνεχώς πια θα είναι η κατάληξη των πραγμάτων. Αναρωτιέμαι αν τα χορευτικά αυτά υπήρχαν και στην παράσταση του ’00 ή του ’76.

Δεν θα έλεγα πως ήταν αξιοπρόσεχτη η ερμηνεία του Πέτρου. Με τα συνηθισμένα της προβλήματα η ορχήστρα της Λυρικής.


Οι κυριότεροι συντελεστές:

Μουσική διεύθυνση Γιώργος Πέτρου, Σκηνοθεσία Βασίλης Νικολαΐδης, Σκηνικά Τότα Πρίτσα, Κοστούμια Νίκος Γεωργιάδης, Επιμέλεια κοστουμιών Τότα Πρίτσα, Χορογραφία Έφη Καρακώστα, Ερρίκος Η΄ Δημήτρης Καβράκος, Άννα Μπολένα Τζένη Δριβάλα, Τζοβάννα Σεϋμούρ Μαίρη-Έλεν Νέζη, Λόρδος Ροσφόρ Κώστας Μαυρογένης, Λόρδος Ρικκάρντο Περσύ Σταμάτης Μπερής, Σμέτον Ελένη Βουδουράκη, Σερ Χάρβυ Κωνσταντίνος Κληρονόμος

και οι χορευτές

Θάνατος Νίκος Τήλιος, Αννα Μπολένα Βίκυ Τσιρογιάννη, Τζοβάννα Σεϋμούρ Βίκυ Μπούρχα

Ετικέτες

buzz it!

Πέμπτη, Οκτωβρίου 09, 2008

Joshua Bell & UBS Verbier Festival Chamber Orchestra


Την περασμένη Τετάρτη 8-10-9, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, παρακολούθησα την συναυλία της UBS Verbier Festival Chamber Orchestra, με τον βιολονίστα Joshua Bell ως Διευθυντή ορχήστρας αλλά και σολίστα (73). Πρόκειται για έναν σύγχρονο σταρ της κλασικής μουσικής, πρώην παιδί-θαύμα, και αυτός φαντάζομαι πως ήταν και ο λόγος που ήταν τόσο ασφυκτικά γεμάτη η μεγάλη αίθουσα του μεγάρου. Βέβαια ήταν και η πρώτη ουσιαστικά «μεγάλη» συναυλία της σαιζόν οπότε μπορεί κανείς να πει πως οι Αθηναίοι μουσόφιλοι ήταν διψασμένοι για καλή μουσική, οπότε συνέρρευσαν :-)

Η ορχήστρα αποτελείται από νέους μουσικούς, μέχρι 34 ετών. Μάλιστα στην αρχή του 2ου μέρους μια από αυτούς (μια κοντραμπασίστρια) μας σύστησε και τους συναδέλφους της, ανά εθνικότητα – 12 εθνικότητες σε μια ορχήστρα 25 ατόμων. Quite impressive!

Στο πρωτο μέρος μας έπαιξαν τις 4 εποχές του Βιβάλντι, με τον Joshual Bell σαν σολίστα και διευθυντή ταυτόχρονα. Καλή η ορχήστρα, τεχνικά άψογη, ωστόσο από πλευράς ανάγνωσης του έργου δεν έδωσαν κάτι διαφορετικό. Μάλιστα ο Bell το γρήγορο σόλο του πρώτου μέρους του Καλοκαιριού το έπαιξε λίγο τραβώντας το από τα μαλλιά. Overall θα έλεγα πως ήταν μια καλή απόδοση, χωρίς όμως τίποτε το εξαιρετικό.

Αυτό που μου άρεσε πολύ και εκεί που πραγματικά έδειξε ο Bell γιατί θεωρείται από τους κορυφαίους βιολονίστες ήταν το μπιζάρισμα, όπου έπαιξε το 2ο μέρος του 1ου κοντσέρτου για βιολί του Haydn. Έντονα συναισθηματικό παίξιμο, όπου έλαμψε ο ήχος του μοναδικού Στραντιβάριους βιολιού του - ήταν μια περίπτωση που σε παρασύρει η μουσική στον ξεχωριστό της κόσμο.

Στο δεύτερο μέρος μας έπαιξαν το Θάνατο και την Κόρη, σε μεταγραφή για ορχήστρα του Μάλερ. Το κομμάτι αυτό έχει ενδιαφέρουσα ιστορία. Όπως διάβασα στο booklet της συναυλίας, η κόρη του Μάλερ έδωσε στις αρχές της δεκαετίας του ’80 σε δύο Αγγλους μουσικολόγους, ονόματι David Matthews & Donald Mitchell, μια έκδοση του κουαρτέτου του Σούμπερτ με χειρόγραφες σημειώσεις του πατέρα της. Αυτές ήταν τελικά μια μεταγραφή για ορχήστρα εγχόρδων. Απ’ ότι πάντως ανακαλύφθηκε, ο Μάλερ είχε παρουσιάσει ένα μέρος της μεταγραφής το 1894, αλλά συνάντησε αντιδράσεις και φαίνεται πως το project ξεχάστηκε. Εν τέλει η μεταγραφή έγινε reconstructed και παρουσιάστηκε σε πλήρη μορφή το 1984 στο Κάρνεγκι Χωλ, από την Αμερικάνικη Συμφωνική Ορχήστρα, υπό τον Μοζέ Ατζμόν.

Αυτό λοιπό το έργο μας έπαιξαν στο 2ο μέρος. Ο Bell έκατσε στη θέση του κορυφαίου και από εκεί διεύθυνε την ορχήστρα. Ήταν η δεύτερη φορά που άκουσα αυτό το έργο, το είχα ακούσει και πριν μερικούς μήνες από το Τρίτο. Μου φάνηκε πως στα πρώτα 2 μέρη είχε χαθεί η στιλπνότητα και η αμεσότητα του έργου. Τα επόμενα δύο ήταν αρκετά καλύτερα και μάλιστα το τελευταίο μου άρεσε πολύ. Αλλά έχοντας στο νου μου το original δυσκολεύτηκα να το εκτιμήσω αυτοτελώς.

Η ορχήστρα ήταν πολύ καλή. Παρόλο που ο συντονισμός από τον κορυφαίο – λόγω της θέσης του – ήταν τεχνικά δύσκολος, η ορχήστρα είχε μεγάλη ακρίβεια και ευελιξία και αρκετά καλά dynamics. Το τελευταίο μέρος το έπαιξαν με ιδιαίτερο ενθουσιασμό, οπότε και κέρδισαν το παρατεταμένο χειροκρότημα του κοινού. Μπίζαραν με το βαλς από την Σερενάτα για έγχορδα του Τσαϊκόφσκυ.

Αυτό που ήταν απαράδεκτο ήταν η συμπεριφορά του κοινού. Τρομερή φασαρία και απίθανα δυνατά βηξίματα, λες και σέρνετε καμιά επιδημία κοκύτη! Για μια στιγμή μου πέρασε από το μυαλό πως όπου να’ναι θα αρχίσει κανένας να ξερνάει :-) Επίσης πολύ κακή η πρακτική του Μεγάρου να αφήνει κόσμο να μπαίνει στην αίθουσα ανάμεσα από τα έργα. Επιτέλους, όταν αργεί κάποιος ας περιμένει το διάλλειμα!

Ετικέτες

buzz it!