Καθρέφτη καθρεφτάκι μου
Πολλοί καθρέφτες στο Μέγαρο την περασμένη Πέμπτη 25-10-7 :-)
Παρακολουθήσαμε δύο μονόπρακτες όπερες, την Προσμονή του Soenberg στο 1ο μέρος και τον Νάνο του Zemlinsky στο δεύτερο (70). Τόσο ο Soenberg όσο και ο Zemlinsky ανήκουν σε αυτό που λέγεται 2η σχολή της Βιέννης. Μάλιστα ο δεύτερος θεωρείται και ο ιδρυτής της σχολής αν και είχε σχέση μαθητή-δασκάλου με τον πρώτο. Συμπτωματικά και τα δύο έργα αριθμούνται op.17.
Η Προσμονή υπήρξε η πρώτη μεγάλη απόπειρα να γραφτεί έργο σε ατονική μουσική και σαν τέτοιο θεωρείται έργο σταθμός στην δυτική μουσική δημιουργία. Επίσης έχει ένα αρκετά ενδιαφέρον φροϋδικό background, μιας και το λιμπρέττο του έργου γράφτηκε από την Marie Pappenheim, μαθήτρια του Φρόυντ (ένα ενδιαφέρον paper σχετικά με τις φροϋδικές πτυχές του έργου βρίσκετε εδώ).
Η Προσμονή είναι ένας μεγάλος, εν πολλοίς παραληρηματικός μονόλογος μιας γυναίκας που αναζητά τον εραστή της μια νύχτα στο δάσος. Στο τέλος βρίσκει το πτώμα του και από την στιγμή αυτή και μετά (δηλ. σε όλη την τρίτη σκηνή, που είναι η μεγαλύτερη του έργου) αρχίζει ένας θρήνος, ο οποίος αν κατάλαβα καλά φτάνει μέχρι την αυγή. Δεν φαίνεται καθαρά πως ο εραστής κατέληξε πτώμα, αν δηλ. τον σκότωσε η πρωταγωνίστρια ή πέθανε με άλλο τρόπο.
Όλο το έργο διαδραματίζονταν σε μια άδεια σκοτεινή σκηνή, με ένα μεγάλο καθρέφτη στο βάθος σε όλο το μήκος και ύψος της σκηνής. Μέσα στον καθρέφτη φαίνονταν μικρά φώτα, μάλλον με αυτό τον τρόπο υποδηλώνονταν ο σκοτεινός ουρανός και τα άστρα. Η δήλωση αυτή έγινε αρκετά έντονή στο τέλος όταν ο καθρέφτης φωτίστηκε και ήλθε απότομα μπροστά και επακόλουθα φωτίστηκε όλη η σκηνή (η έλευση της μέρας;). Το άλλο εφφέ ήταν η περιστροφή της σκηνής μαζί με το πτώμα στην 3η σκηνή, μάλλον για να κάνει πιο έντονα τα θεωρούμενα ως mentally unstable conditionw σημεία του μονολόγου της πρωταγωνίστριας.
Δύσκολο και πολύ απαιτητικό έργο, θα έλεγα πως με άφησε αρκετά αμήχανο. Μάλλον προβληματισμένο και διχασμένο. Η ερμηνεία της Elena Nebera δεν νομίζω πως μπόρεσε να επικοινωνήσει στο κοινό τα milestones του έργου. Αλλά από την άλλη μεριά είχε μερικές πολύ καλές στιγμές στα έντονα σημεία, ιδιαιτέρα της 3ης σκηνής. Η σκηνοθεσία λίγο αδιάφορη αλλά ενδιαφέρουσα η προσέγγιση με τους καθρέφτες, μάλλον μου άρεσε.
Ο πιο αδύναμος κρίκος ήταν η μουσική προσέγγιση. Η ερμηνεία του Τσούχλου μου φάνηκε άνευρη και αδιάφορη και ώρες-ώρες μου φαίνονταν και αρκετά detached από τα δρώμενα. Φάνηκε να υπήρχε πρόβλημα αντίληψης και κατανόησης του έργου από πλευράς ορχήστρας ή αλλιώς εξελίσσονταν παράλληλα δύο διαφορετικοί κόσμοι: ο κόσμος της μουσικής και ο κόσμος της σκηνής. Εν γένει εξέλαβα μια μεγάλη αμηχανία.
Φρονώ πως η κατάσταση βελτιώθηκε στο 2ο μέρος. Αρκετά πιο οπερατικός ο Νάνος του Zemlinsky, έδωσε αρκετά πατήματα για να μην χαθούν οι πλανημένοι του 1ου μέρους. Το λιμπρέτο του Georg C. Klaren βασίζεται στο έργο του Oscar Wilde Τα Γενέθλια της Ινφάντας. Η ινφάντα της Ισπανίας λάμβάνει για τα 17α γενέθλια της από τον Σουλτάνο ως δώρο έναν παραμορφωμένο νάνο. Ο νάνος δεν έχει συναίσθηση της κατάστασής του και ερωτεύεται την ινφάντα, η οποία για να παίξει, αρχικά ανταποκρίνεται στο έρωτα του νάνου. Κάποια στιγμή βέβαια ο νάνος αντιλαμβάνεται την κατάστασή του και πεθαίνει από στενοχώρια (!?).
Κι εδώ είχαμε καθρέφτες. Η σκηνή υποτίθεται πως παρίστανε το δωμάτιο της ινφάντας. Κάθετοι μακρόστενοι καθρέφτες περιπλανούνταν στο χώρο, σαν ψηλά παραβάν. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να δίνουν μια αποσπασματική άποψη των δρώμενων, αλλά ταυτόχρονα χώριζε το χώρο σε πολλούς μικρότερους. Βέβαια οι καθρέπτες σαν καθρέφτες απεικόνιζαν και το συνέβαινε και πίσω τους με αποτέλεσμα να δίνουν μια ψευδαίσθηση αρκετά μεγαλύτερου χώρου. Το βρήκα αρκετά καλό σαν άποψη.
Επίσης μου άρεσαν και οι ερμηνείες της Marlis Petersen ως ινφάντας και του Boiko Zvetanov ως νάνου. Η Petersen (μας είχε δόσει πρόπερσυ μια πολύ καλή Λούλου) ερμήνευσε την ινφάντα ως ένα κακομαθημένο κορίτσι, πού παίζει με τα αισθήματα του νάνου μη έχοντας την συναίσθηση πως παίζει με τα αισθήματα ενός ανθρώπου. Μάλιστα η λύπη της στο τέλος για τον χαμό του νάνου πολύ έμοιαζε με την λύπη θα είχε αν έχανε ένα αγαπημένο παιγνίδι.
Το καλύτερο asset της παράστασης όμως ήταν ο Zvetanov. Πολύ καλός, δυνατός νάνος. Εξαιρετική η σκηνή που αντιλαμβάνεται την δυσανεξία του για πρώτη φορά, βλέποντας το είδωλό του σε έναν καθρέπτη. Επίσης πολύ καλή η τελευταία ανέλπιδα προσπάθεια που κάνει να κερδίσει τον έρωτα της Ινφάντας, μετά την συνειδητοποίηση της μειονεξίας του.
Μουσικώς, νομίζω πως ο Τσούχλος τα πήγε λίγο καλύτερα - προφανώς ήταν και το έργο πιο βατό. Ωστόσο παραμένει το αίσθημα πως η μουσική δεν μπήκε στο ρόλο της. Έμοιαζε σαν μουσική επένδυση θεατρικού έργου παρά σαν όπερα. Μάλλον σαν ακαδημαϊκή άσκηση παρά σαν έργο φτασμένου ερμηνευτή. Ενιγουέη, δεν λέω πως ήταν κακή, αλλά απλώς λίγη.
Οι κυριότεροι συντελεστές της παράστασης:
Σκηνοθεσία Eike Gramss, Σκηνικά-κοστούμια Gottfried Pilz, Φωτισμοί Manfred Voss
Χορογραφία Πέτρος Γάλλιας.
Έπαιξε η Ορχήστρα της Ραδιοφωνίας της Πράγας σε Μουσική διεύθυνση Νίκου Τσούχλου
Α’ Μέρος
Arnold Schoenberg: Erwartung
Elena Nebera σοπράνο
Β’ Μέρος
Alexander von Zemlinsky: Der Zwerg
Donna Clara Marlis Petersen, Ghita Μάτα Κατσούλη, Der Zwerg Boiko Zvetanov, Don Estoban Wolfgang Schoene,
Χορογραφία Μαριούς Πετιπά και Λεφ Ιβάνοφ
Ps. Μια πολύ ενδιαφέρουσα άποψη για την παράσταση μπορείτε να δείτε στο blog Λαπούτα
Ps2. Photos στου Parsifal
Παρακολουθήσαμε δύο μονόπρακτες όπερες, την Προσμονή του Soenberg στο 1ο μέρος και τον Νάνο του Zemlinsky στο δεύτερο (70). Τόσο ο Soenberg όσο και ο Zemlinsky ανήκουν σε αυτό που λέγεται 2η σχολή της Βιέννης. Μάλιστα ο δεύτερος θεωρείται και ο ιδρυτής της σχολής αν και είχε σχέση μαθητή-δασκάλου με τον πρώτο. Συμπτωματικά και τα δύο έργα αριθμούνται op.17.
Η Προσμονή υπήρξε η πρώτη μεγάλη απόπειρα να γραφτεί έργο σε ατονική μουσική και σαν τέτοιο θεωρείται έργο σταθμός στην δυτική μουσική δημιουργία. Επίσης έχει ένα αρκετά ενδιαφέρον φροϋδικό background, μιας και το λιμπρέττο του έργου γράφτηκε από την Marie Pappenheim, μαθήτρια του Φρόυντ (ένα ενδιαφέρον paper σχετικά με τις φροϋδικές πτυχές του έργου βρίσκετε εδώ).
Η Προσμονή είναι ένας μεγάλος, εν πολλοίς παραληρηματικός μονόλογος μιας γυναίκας που αναζητά τον εραστή της μια νύχτα στο δάσος. Στο τέλος βρίσκει το πτώμα του και από την στιγμή αυτή και μετά (δηλ. σε όλη την τρίτη σκηνή, που είναι η μεγαλύτερη του έργου) αρχίζει ένας θρήνος, ο οποίος αν κατάλαβα καλά φτάνει μέχρι την αυγή. Δεν φαίνεται καθαρά πως ο εραστής κατέληξε πτώμα, αν δηλ. τον σκότωσε η πρωταγωνίστρια ή πέθανε με άλλο τρόπο.
Όλο το έργο διαδραματίζονταν σε μια άδεια σκοτεινή σκηνή, με ένα μεγάλο καθρέφτη στο βάθος σε όλο το μήκος και ύψος της σκηνής. Μέσα στον καθρέφτη φαίνονταν μικρά φώτα, μάλλον με αυτό τον τρόπο υποδηλώνονταν ο σκοτεινός ουρανός και τα άστρα. Η δήλωση αυτή έγινε αρκετά έντονή στο τέλος όταν ο καθρέφτης φωτίστηκε και ήλθε απότομα μπροστά και επακόλουθα φωτίστηκε όλη η σκηνή (η έλευση της μέρας;). Το άλλο εφφέ ήταν η περιστροφή της σκηνής μαζί με το πτώμα στην 3η σκηνή, μάλλον για να κάνει πιο έντονα τα θεωρούμενα ως mentally unstable conditionw σημεία του μονολόγου της πρωταγωνίστριας.
Δύσκολο και πολύ απαιτητικό έργο, θα έλεγα πως με άφησε αρκετά αμήχανο. Μάλλον προβληματισμένο και διχασμένο. Η ερμηνεία της Elena Nebera δεν νομίζω πως μπόρεσε να επικοινωνήσει στο κοινό τα milestones του έργου. Αλλά από την άλλη μεριά είχε μερικές πολύ καλές στιγμές στα έντονα σημεία, ιδιαιτέρα της 3ης σκηνής. Η σκηνοθεσία λίγο αδιάφορη αλλά ενδιαφέρουσα η προσέγγιση με τους καθρέφτες, μάλλον μου άρεσε.
Ο πιο αδύναμος κρίκος ήταν η μουσική προσέγγιση. Η ερμηνεία του Τσούχλου μου φάνηκε άνευρη και αδιάφορη και ώρες-ώρες μου φαίνονταν και αρκετά detached από τα δρώμενα. Φάνηκε να υπήρχε πρόβλημα αντίληψης και κατανόησης του έργου από πλευράς ορχήστρας ή αλλιώς εξελίσσονταν παράλληλα δύο διαφορετικοί κόσμοι: ο κόσμος της μουσικής και ο κόσμος της σκηνής. Εν γένει εξέλαβα μια μεγάλη αμηχανία.
Φρονώ πως η κατάσταση βελτιώθηκε στο 2ο μέρος. Αρκετά πιο οπερατικός ο Νάνος του Zemlinsky, έδωσε αρκετά πατήματα για να μην χαθούν οι πλανημένοι του 1ου μέρους. Το λιμπρέτο του Georg C. Klaren βασίζεται στο έργο του Oscar Wilde Τα Γενέθλια της Ινφάντας. Η ινφάντα της Ισπανίας λάμβάνει για τα 17α γενέθλια της από τον Σουλτάνο ως δώρο έναν παραμορφωμένο νάνο. Ο νάνος δεν έχει συναίσθηση της κατάστασής του και ερωτεύεται την ινφάντα, η οποία για να παίξει, αρχικά ανταποκρίνεται στο έρωτα του νάνου. Κάποια στιγμή βέβαια ο νάνος αντιλαμβάνεται την κατάστασή του και πεθαίνει από στενοχώρια (!?).
Κι εδώ είχαμε καθρέφτες. Η σκηνή υποτίθεται πως παρίστανε το δωμάτιο της ινφάντας. Κάθετοι μακρόστενοι καθρέφτες περιπλανούνταν στο χώρο, σαν ψηλά παραβάν. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να δίνουν μια αποσπασματική άποψη των δρώμενων, αλλά ταυτόχρονα χώριζε το χώρο σε πολλούς μικρότερους. Βέβαια οι καθρέπτες σαν καθρέφτες απεικόνιζαν και το συνέβαινε και πίσω τους με αποτέλεσμα να δίνουν μια ψευδαίσθηση αρκετά μεγαλύτερου χώρου. Το βρήκα αρκετά καλό σαν άποψη.
Επίσης μου άρεσαν και οι ερμηνείες της Marlis Petersen ως ινφάντας και του Boiko Zvetanov ως νάνου. Η Petersen (μας είχε δόσει πρόπερσυ μια πολύ καλή Λούλου) ερμήνευσε την ινφάντα ως ένα κακομαθημένο κορίτσι, πού παίζει με τα αισθήματα του νάνου μη έχοντας την συναίσθηση πως παίζει με τα αισθήματα ενός ανθρώπου. Μάλιστα η λύπη της στο τέλος για τον χαμό του νάνου πολύ έμοιαζε με την λύπη θα είχε αν έχανε ένα αγαπημένο παιγνίδι.
Το καλύτερο asset της παράστασης όμως ήταν ο Zvetanov. Πολύ καλός, δυνατός νάνος. Εξαιρετική η σκηνή που αντιλαμβάνεται την δυσανεξία του για πρώτη φορά, βλέποντας το είδωλό του σε έναν καθρέπτη. Επίσης πολύ καλή η τελευταία ανέλπιδα προσπάθεια που κάνει να κερδίσει τον έρωτα της Ινφάντας, μετά την συνειδητοποίηση της μειονεξίας του.
Μουσικώς, νομίζω πως ο Τσούχλος τα πήγε λίγο καλύτερα - προφανώς ήταν και το έργο πιο βατό. Ωστόσο παραμένει το αίσθημα πως η μουσική δεν μπήκε στο ρόλο της. Έμοιαζε σαν μουσική επένδυση θεατρικού έργου παρά σαν όπερα. Μάλλον σαν ακαδημαϊκή άσκηση παρά σαν έργο φτασμένου ερμηνευτή. Ενιγουέη, δεν λέω πως ήταν κακή, αλλά απλώς λίγη.
Οι κυριότεροι συντελεστές της παράστασης:
Σκηνοθεσία Eike Gramss, Σκηνικά-κοστούμια Gottfried Pilz, Φωτισμοί Manfred Voss
Χορογραφία Πέτρος Γάλλιας.
Έπαιξε η Ορχήστρα της Ραδιοφωνίας της Πράγας σε Μουσική διεύθυνση Νίκου Τσούχλου
Α’ Μέρος
Arnold Schoenberg: Erwartung
Elena Nebera σοπράνο
Β’ Μέρος
Alexander von Zemlinsky: Der Zwerg
Donna Clara Marlis Petersen, Ghita Μάτα Κατσούλη, Der Zwerg Boiko Zvetanov, Don Estoban Wolfgang Schoene,
Χορογραφία Μαριούς Πετιπά και Λεφ Ιβάνοφ
Ps. Μια πολύ ενδιαφέρουσα άποψη για την παράσταση μπορείτε να δείτε στο blog Λαπούτα
Ps2. Photos στου Parsifal
Ετικέτες opera
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου
<< Home